Το Τρίτο Στεφάνι, το αριστούργημα του Κώστα Ταχτσή, θα ζωντανέψει στο θέατρο Παλλάς, με την υπογραφή του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη, και τις Μαρία Καβογιάννη και Μαρία Κίτσου στους εμβληματικούς ρόλους της Εκάβης και της Νίνας.
Η μεγάλη παραγωγή των Θεατρικών Σκηνών θα παρουσιαστεί σε ολοκαίνουργια διασκευή που αναδεικνύει τις αφηγηματικές αρετές και την ποίηση του μυθιστορήματος, σεβόμενη την πρόθεση του συγγραφέα για μια ιστορία που, όπως και η ζωή, ανοίγει και κλείνει σαν κύκλος. Ένας εικοσαμελής θίασος σημαντικών ηθοποιών μπαίνει στη δίνη της νέας, πρωτότυπης μουσικής του Μίνου Μάτσα, φέρνοντας επί σκηνής τους ήχους και τις εικόνες μιας ολόκληρης εποχής.
Το μυθιστόρημα–σταθμός του Ταχτσή, από τα πλέον αγαπημένα του ελληνικού κοινού διαχρονικά, που στο παρελθόν έγινε σήριαλ από τον Γιάννη Δαλιανίδη και αποτέλεσε υλικό για πολύ επιτυχημένες παραστάσεις σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή και Θανάση Παπαγεωργίου, είναι μια κατάθεση μνήμης όπου μέσα από τις προσωπικές ιστορίες των ηρώων περνάει ολόκληρη η σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας. Όχι με διάθεση διδακτική, αλλά μ᾽ ένα σπάνιο χιούμορ που αναδεικνύει καίρια όλα εκείνα για τα οποία αξίζει να παλεύει κανείς στη ζωή.
Αυτό που μαγνητίζει σήμερα στο «Τρίτο Στεφάνι», κι αυτό που την ίδια στιγμή του χαρίζει τη διαχρονική του γοητεία, είναι μια ανελέητη κατάφαση στη ζωή. Τα πρόσωπα αυτού του δράματος, οι «ατσάλινοι» άνθρωποι μιας άλλης εποχής, σχεδόν σαν Παπαδιαμαντικοί ήρωες, υποφέρουν, απελπίζονται, κλαίνε γοερά, ματώνουν, αλλά ποτέ δε χάνουν πραγματικά την πίστη τους στη ζωή, σ᾽ αυτό που φέρνει το αύριο. Γελάνε δυνατά και λαγαρά μπροστά σε κάθε δυσκολία, και μας δείχνουν το δρόμο. Γι’ αυτούς ακριβώς του λόγους, το «Στεφάνι», που τόσο ανθίσταται στην ηθογράφηση και τόσο αναδεικνύει τον ρεαλισμό, είναι μια υπόθεση ανθρώπων που δεν παύουν ποτέ να είναι νέοι. Τότε και σήμερα.
Ένα γνήσια ρωμαίικο ψηφιδωτό συναισθημάτων, το «Τρίτο Στεφάνι» εμπεριέχει όλη την πλούσια Ελληνικότητα που με τόσο πάθος αναζήτησαν και ανέδειξαν δημιουργοί όπως ο Τσαρούχης και ο Χατζιδάκις, και μας θυμίζει με τον πιο καθαρό τρόπο πόσο οι μετόπες του Παρθενώνα, τα βυζαντινά τέμπλα, και τα σύγχρονα μνημεία όπως ο Λευκός Πύργος στη Θεσσαλονίκη ή το μέγαρο της Ακαδημίας στο κέντρο της Αθήνας, είναι όλα κομμάτια μιας συνεχούς ροής, μιας ψυχικής εποχής στο γαλανό ταξίδι των Ελλήνων προς την ίδια τη ζωή.
Η Εκάβη και η Νίνα αγαπιούνται, ψυχραίνονται, μιλούν ακατάπαυστα, και σιωπούν μόνο μπροστά σ᾽ αυτό που τις υπερβαίνει, που όλους μας υπερβαίνει, και κουβαλούν πάντα το όμορφο και παράξενο φορτίο της πατρίδας που τις γέννησε, όπως το «μυθολόγησε» ο Ελύτης: «Όμορφη και παράξενη πατρίδα / Ωσάν αυτή που μου ‘λαχε δεν είδα / Ρίχνει να πιάσει ψάρια πιάνει φτερωτά / Στήνει στη γη καράβι κήπο στα νερά / Κλαίει φιλεί το χώμα ξενιτεύεται / Μένει στους πέντε δρόμους αντρειεύεται […]»
Αναδημοσίευση από : Culturenow.gr
Comments